Του Γιώργου Αρχόντα*
Πάνω από 7 στα 10 μέλη του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων του ΚΕΦίΜ πιστεύουν πως η Κυβέρνηση δεν πρέπει να χαλαρώσει την εφαρμογή των δράσεων που έχει αναλάβει για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου παρά την ανάγκη αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας και τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των αγαθών.
Η ανάγκη για ταυτόχρονη διαχείριση δύο κρίσεων – της έκτακτης πανδημίας και της μονιμότερης, αλλά εξίσου επιτακτικής, κλιματικής κρίσης – έχει πυροδοτήσει μια έντονη συζήτηση ως προς το κατάλληλο μείγμα πολιτικών, ιδιαίτερα καθώς η πράσινη μετάβαση και η σταδιακή αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ενισχύει την τάση αύξησης των τιμών που εκδηλώνεται εν μέσω της πανδημίας.
Στην Ερώτηση του Πάνελ για τον Νοέμβριο απάντησαν συνολικά 40 Ελληνίδες και Έλληνες οικονομολόγοι. Εξ αυτών, το 73% θεωρεί ότι η ανάγκη διαχείρισης της πανδημίας και των αυξήσεων των τιμών δεν δικαιολογεί τη χαλάρωση των δράσεων για τον έλεγχο των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, ενώ την αντίθετη άποψη υποστηρίζει το 20%. Μεταξύ των δύο επιλογών τοποθετήθηκε το 8% των απαντησάντων.
Σε ό,τι αφορά την πρώτη οπτική, τα μέλη του Πάνελ στα επεξηγητικά τους σχόλια, τα οποία είναι πλήρως διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του ΚΕΦίΜ, διατυπώνουν τρεις διαφορετικές κατηγορίες επιχειρημάτων: Πρώτον, ο επιτακτικός χαρακτήρας της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης δεν επιτρέπει υπαναχωρήσεις και καθυστερήσεις. Δεύτερον, η Ελλάδα τόσο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, όσο και σε άλλα διεθνή βήματα, έχει ήδη δεσμευθεί για συγκεκριμένες πολιτικές και αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ενώ ταυτόχρονα οι δράσεις αυτές αποτελούν προαπαιτούμενο για την εκταμίευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Σταθερότητας. Τρίτον, οι αυξήσεις των τιμών στην ενέργεια και τα αγαθά μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με άλλους τρόπους, όπως με την κατάργηση ανενεργών δημόσιων οργανισμών, με αυστηρότερους ελέγχους, με προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, ή και επιδοτήσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αντιθέτως, από την άλλη πλευρά υπογραμμίζεται ότι η αποτελεσματικότητα της όποιας δημόσιας πολιτικής προϋποθέτει ελαστικότητα και ανταπόκριση στα εξωτερικά σοκ της οικονομίας. Συνεπώς, σύμφωνα με αυτή την οπτική, ο περιορισμός της χρήσης ορυκτών καυσίμων πρέπει να γίνει σταδιακά, ακόμη και με πρόσκαιρη επιβράδυνση, για να μην καταρρεύσει το σύστημα παραγωγής ηλεκτρισμού και να παραμείνουν οι τιμές σε λογικά επίπεδα.
Ο Γιώργος Αρχόντας είναι μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ και υπεύθυνος του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή την Τρίτη 7 Δεκεμβρίου και μπορείτε να το βρείτε διαδικτυακά στην kathimerini.gr.
Σχετικά άρθρα